Όλοι μας σε κάποια φάση της ζωής μας, έχουμε αναρωτηθεί «Θα αρέσω;», «Θα γίνω αποδεκτός;», «Θα κάνω καλή εντύπωση;». Όλοι μας, λοιπόν, νιώθουμε κάποιο είδος κοινωνικού άγχους. Για παράδειγμα, όταν θέλουμε να πλησιάσουμε κάποιο άτομο του άλλου φύλου, όταν συναντάμε έναν πιθανό μελλοντικό εργοδότη, όταν κάνουμε μια δημόσια ομιλία. Αυτό το άγχος, ασφαλώς δεν αποτελεί χαρακτηριστικό φοβίας. Αντιθέτως, είναι μια απλή φυσιολογική αντίδραση που εμφανίζεται σε κάποιες καταστάσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μάλιστα, είναι μάλλον θετικό, επειδή συμβάλλει στην καλύτερη επίδοση (δημιουργικό άγχος).
Στην κοινωνική φοβία, όμως, αυτό το φυσιολογικό και δικαιολογημένο άγχος παίρνει δραματικές διαστάσεις. Το άτομο με κοινωνική φοβία αισθάνεται ότι στις κοινωνικές του συναναστροφές βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής και ότι οι γύρω του παρατηρούν και σχολιάζουν αρνητικά τα λόγια, τις πράξεις και γενικά την παρουσία του. Σκέφτεται ότι οι άλλοι το κρίνουν, ότι βαθμολογούν κάθε του κίνηση, πιστεύει ότι θα γελοιοποιηθεί και θα δεχθεί προσβλητικά και αποδοκιμαστικά σχόλια. Φοβάται ότι σε οποιαδήποτε κοινωνική συναναστροφή, από το να πάει για ψώνια στο σουπερμάρκετ έως τη διεκπεραίωση επαγγελματικών θεμάτων, οι γύρω του θα το ταπεινώσουν και θα το μειώσουν. Το άτομο με κοινωνική φοβία ζει με το φόβο της κριτικής από τους άλλους και έχει μια παθητική στάση ζωής. Αποφεύγει όλο και περισσότερο την αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, επειδή αυτό το ανακουφίζει άμεσα από το άγχος και τον φόβο του, με αποτέλεσμα να έχει πολύ περιορισμένη κοινωνική ζωή, να παρουσιάζει μειωμένη λειτουργικότητα, να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και βεβαίως, να έχει μεγάλη έκπτωση στην ποιότητα ζωής του.